‘Αγιοι Πατέρες, κυρίες και κύριοι, φίλοι της εξωτερικής ιεραποστολής.
Είμαι πολύ χαρούμενη και σήμερα που είμαι κοντά σας μετά από 4 χρόνια γιατί κάποτε είχα έρθει σε τούτον τον ευλογημένο τόπο και ευλογημένο βέβαια από τον Θεό αλλά και από τον Άγιο Μητροπολίτη μακαριστό Κωνσταντίνο που έφυγε πριν λίγους μήνες από κοντά μας και έχω την αίσθηση ότι κάπου εδώ κοντά μας είναι και χαίρεται γι’αυτήν την σύναξη. Ευχαριστώ τον Θεό που τελικά με βοήθησε να πάω στην Ιεραποστολή στην Ινδία προηγουμένως και τώρα Κορέα.
Θα σας πω κάποια πράγματα για την Κορέα. Μου είπαν ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος και δεν πρέπει να πω πολλά. Στην Κορέα όπως θα ξέρουμε όλοι, είναι καινούρια η Ορθοδοξία, η Ιεραποστολή στην Κορέα. Είχε αρχίσει από Ρώσους. Δεν μπόρεσαν όμως να κάνουν πολλά πράγματα. Έριξαν τον σπόρο, έχτισαν μια μικρή εκκλησία, βάφτισαν κάποιους ανθρώπους αλλά με την επανάσταση της Ρωσίας, το ’17 απεκόπησαν από την Ρωσία και άλλοι πέθαναν στην Κορέα, άλλοι γύρισαν πίσω και κάποια στιγμή σταμάτησε η Ιεραποστολή εκεί. Είχαν βέβαια βαφτιστεί ορισμένοι άνθρωποι και είχαν προλάβει να χειροτονήσουν.
Στην ουσία, η ιεραποστολή στην Κορέα άρχισε να λειτουργεί από το ’73, που πήγε εκεί ο τότε Αρχιμανδρίτης πατήρ Σωτήριος και έγινε Μητροπολίτης Κορέας. Τώρα στην Κορέα, λειτουργούν 7 κοινότητες στις 7 μεγάλες πόλεις, στον Άγιο Νικόλαο στην Σεούλ, όπου είναι και η μεγαλύτερη κοινότητα και έχουν γίνει εκκλησίες. Έχουν πολύ ωραίες κοινότητες.
Με το εκστρατευτικό σώμα που πήγε το ’51, οι Έλληνες στρατιώτες που πήγαν να βοηθήσουν εκεί και με τους ιερείς τους, άρχισαν να μαζεύουν κάποιους από τους βαφτισμένους που είχαν μείνει, φρόντισαν μόνοι τους να πλησιάσουν τους ιερείς, βάφτισαν και αρκετούς ανθρώπους οι δικοί μας οι ιερείς, έκαναν μεγάλη δουλειά. Και όταν τελείωσε ο πόλεμος, το εκκλησάκι που είχαν χτίσει παλιά είχε γκρεμιστεί, το ξανάρχισαν και άρχισαν να μαζεύουν πάλι κάποιους Χριστιανούς και έκαναν και αρκετές βαφτίσεις από Κορεάτες οι οποίοι βοηθούσαν τους Έλληνες στρατιώτες. Ήταν σαν ανιχνευτές, σαν διερμηνείς. Ήταν νέα παιδιά τότε και μάλιστα υπάρχει και ένας σύλλογος απ’αυτούς, αρκετοί όμως και έρχονται πολλές φορές και στο μοναστήρι και στην εκκλησία και είναι βαφτισμένοι από τότε. Ο Γιάννης, ο Δημοσθένης, ο Κώστας, ο Παναγιώτης, ο Τάκης και άλλα ονόματα, οι οποίοι μας επισκέφτονται πολλές φορές και μπαίνουν στην εκκλησία και αγαπούν πάρα πολύ τους Έλληνες. Τους Έλληνες τους θεωρούν ήρωες και τους βοήθησαν πάρα πολύ.
Και μάλιστα μια φορά πριν από 3 χρόνια, είχαν έρθει με τα αυτοκίνητά τους από τα μοναστήρια και μας πήραν τον Σεβασμιώτατο, εμένα και την αδελφή Αγάπη και μας πήρανε εκεί που είχαν στρατοπεδεύσει οι Έλληνες, στα μέρη εκείνα και μας δείξαν σπιθαμή προς σπιθαμή που ήταν οι Έλληνες, μας πήγαν και στα σύνορα με την Βόρειο Κορέα και μάλιστα είχαν ζητήσει να τους μαγειρέψουμε όταν θα γυρίζαμε και θα τρώγαμε όλοι μαζί στο μοναστήρι γλυκά φαγητά. Και λέω τι θέλετε; Ο ένας από αυτούς ήξερε ελληνικά, ήταν διερμηνέας, ήξερε αγγλικά και είχε μάθει αρκετά ελληνικά και τα θυμάται πολύ καλά ακόμα .
Και λέω τι θέλετε να σας μαγειρέψω; Θέλουν να τους κάνω γίγαντες, σπανακόπιτα, παστίτσιο και ελιές και ένα γλυκό, μελομακάρονα. Και όταν γυρίσαμε στο μοναστήρι, φτιάχνουμε το τραπέζι και αφού φάγανε βέβαια και ενθουσιαστήκανε μετά είπαν να πούμε και ένα τραγούδι ελληνικό και άρχισαν να τραγουδάνε το «άστα τα μαλλάκια σου ανακατωμένα». Έμενα από την μία με πιάνανε γέλια και από την άλλη συγκινήθηκα κιόλας. Και το είπαν το «αστά τα μαλλάκια σου ανακατωμένα» μέχρι τέλους χωρίς να χάσουν ούτε και μου λέγανε τραγούδα και εσύ. Εγώ δεν το θυμόμουνα κιόλας για να είμαι ειλικρινής. ..Τραγούδα μου λέγανε, τραγούδα και εσύ. Αγαπούν πάρα πολύ τους Έλληνες Κορεάτες, τους αγαπούν και αισθάνονται ευγνώμονες γιατί οι Έλληνες τους είχαν βοηθήσει.
Λοιπόν, στην ουσία άρχισε η ιεραποστολή με τον πατέρα Σωτήριο που πήγε το ’73. Τα πράγματα ήταν πάρα πολύ δύσκολα τότε διότι δεν υπήρχε τίποτα εκτός από αυτό το μικρό εκκλησάκι. Και οι συνθήκες στην Κορέα είναι πάρα πολύ δύσκολες τον χειμώνα, έχει πάρα πολύ κρύο, η θερμοκρασία κατεβαίνει και 15 και 20 υπό το 0, δεν είναι υπερβολή αυτό που σας λέω και ιδίως στο μοναστήρι που είναι χτισμένο σε ένα λόφο και πιο βόρεια, έχει πάρα πολύ κρύο.
Και ο πατήρ Σωτήριος και πήγε και μάλιστα, έγινε ένα θαύμα με αυτόν τον άνθρωπο πως μπόρεσε και επιβίωσε μέσα εκεί με τα φαγητά τα οποία είναι τελείως διαφορετικά από εμάς, με το κρύο το πολύ, δεν είχε τίποτα και κατάφερε και έχει κάνει ένα θαύμα. Τώρα ο πατήρ Σωτήριος είναι ο Μητροπολίτης και έχει βοηθό επίσκοπο. Έχει 7 ενορίες, 7 ιερείς οι οποίοι είναι πάρα πολύ καλοί και πάρα πολύ σωστοί ιερείς και έχουν πολύ πολύ σωστές οικογένειες. Οι πρεσβυτέρες είναι η μια καλύτερη από την άλλη. Βοηθάνε πάρα πολύ στην εκκλησία, βοηθάνε πάρα πολύ τους άντρες τους, είναι στις χορωδίες και αυτές και τα παιδιά τους, στέκονται δίπλα τους οι ιερείς.
Το πρόβλημα στην Κορέα και σε όλες τις ιεραποστολικές είναι πάντοτε το οικονομικό. Βέβαια ο πατήρ Σωτήριος είχε μεγάλη βοήθεια από τους Έλληνες και από τους ξένους στην Ελλάδα και από τους Έλληνες του εξωτερικού. Πήγαν αρκετοί Έλληνες και φίλοι και ιεραπόστολοι και τον βοήθησαν. Τώρα έχει γίνει ο ναός του Αγίου Νικολάου στην Κορέα, πολύ μεγάλος ναός και όλοι οι ναοί έχουν γίνει πάρα πολύ ωραίοι και μεγάλοι. Και έχει γίνει και μία εκκλησία στο Παλανί. Εκεί δεν έχει ιερέα. Κάνει κάθε 15 ημέρες ένας ιερέας από τις άλλες ενορίες.
Εγώ που πρώτη φορά είχα πάει το ’91, στην Κορέα πρώτη φορά είχαμε πάει σε αυτό το χωριό του Άγιου Ανδρέα, είναι η εκκλησία του Άγιου Ανδρέου, Αγίου Στυλιανού και Αγίας Αικατερίνης. Και κάνουν μία γιορτή, του Αγίου Ανδρέου και για τους 3 Αγίους.
Τότε λοιπόν αυτό το χωριό είχε τότε 250 κατοίκους και οι 130 ήταν βαφτισμένοι ορθόδοξοι, διότι ο πατήρ Δανιήλ ο οποίος τώρα είναι ιερέας ήταν από αυτό το χωριό. Και όταν χειροτονήθηκε ιερέας, όλα τα σόϊα του βαφτίστηκαν και όλοι οι συγγενείς και όλοι και είχαν γίνει γύρω στους 130 ορθόδοξους. πρώτη φορά, τί να σας πω, είχα μείνει, ήταν μια κοινότητα φοβερή. Είχε πολλά παιδιά, τώρα δεν υπάρχουν παιδιά, τώρα είναι μόνο 3 οικογένειες όλες και όλοι μεγάλοι, έχουν φύγει όλα τα παιδιά, σπουδάσαν και έχουν φύγει. Και τι ωραία γιορτή μας έκαναν. Μας χόρεψαν τα παιδιά, μας τραγούδησαν. Ήταν μια πολύ ζωντανή, και τώρα κάθε χρόνο πάμε στον Άγιο Ανδρέα και κάνουμε την γιορτή.
Και μάλιστα τότε είχα γνωρίσει τον παππού του, του πατρός Δανιήλ, τον γέρο Ισαάκ, την γιαγιά του ήτανε η Ισαακόνα και η Σάρα, που τους είχε βαφτίσει και τον γνώριζα και μάλιστα όταν πήγαμε κάναμε το μνημόσυνο της Σάρας, είχε πεθάνει στα 40 της. Και εγώ δεν ξέρω Κορεάτικα και παρακάλεσα τον πατέρα Σωτήριο να μου κάνει τον διερμηνέα. Να ρωτήσω: αυτός ο άνθρωπος ο οποίος δεν ήξερε και γράμματα, ήταν από τις πολύ ωραίες φυσιογνωμίες, σαν Άγιος ήτανε. Και πως νιώθει την ορθοδοξία και τι νιώθει, τι καταλαβαίνει τώρα σαν ορθόδοξος γιατί βαφτίστηκε και πολύ μεγάλος. Και μου λέει εγώ από ορθοδοξία ξέρω ότι όταν σηκώνομαι το πρωί κάνω τον σταυρό μου και λέω «Άγιος ο Θεός» και μου το είπε στα Κορεάτικα. Όλη την ημέρα φροντίζω να είμαι σωστός, να μην κάνω κανένα κακό και το βράδυ όταν κοιμάμαι λέω το «Δόξα Πατρί και Υιό και Άγιο Πνεύματι και νυν και αεί και εις του αιώνες των αιώνων αμήν».
Οι ιερείς της Κορέας πράγματι έχουν πάρα πολύ ωραίες οικογένειες και τα παιδιά τους και όλοι βοηθούν όπως είπα και προηγουμένως παντού σε όλα. Είτε στις χορωδίες, είτε παντού. Είναι ζωντανές οι ενορίες της Κορέας. Την Κυριακή, στον Άγιο Νικόλαο για παράδειγμα που είναι η πιο μεγάλη εκκλησία και η πιο μεγάλη ενορία στην Σεούλ. Η Σεούλ έχει περίπου 17 εκατομμύρια κόσμο.
Έρχονται λοιπόν την Κυριακή στην εκκλησία. Δεν αρχίζουμε πρωί πρωί, την λειτουργία την αρχίζουμε κατά τις 9:30 για να προλάβουν να έρθουν όλοι οι άνθρωποι γιατί είναι πολύ μακριά και πρέπει να πάρουν μπορεί και 3 τρένα να έρθουν ή με τα αυτοκίνητα ή με τις συγκοινωνίες. Μπαίνουν όλοι πολύ ωραία στην εκκλησία, είναι πάρα πολύ πιστοί, είναι πάρα πολύ προσεκτικοί, δεν ακούγεται ούτε ένα κιχ, τα παιδιά είναι τόσο ήσυχα και τόσο καλά. Κοινωνούν όλοι. Αγαπούν και σέβονται πάρα πολύ τον Σεβασμιώτατο και τον κοιτάνε στα μάτια. Πραγματικά αυτός ο άνθρωπος έχει γίνει μια θυσία για αυτούς τους ανθρώπους. Ότι και να θέλουν, είναι όρθιος. Δεν ακούς ποτέ από το στόμα του να πει κουράστηκα. Μπορεί να είναι κουρασμένος, φορτωμένος, να είναι από τις 6 το πρωί μέχρι τις 11. Πάντοτε το χαμόγελο και ότι θέλουν όλα γίνονται.
Μετά λοιπόν την λειτουργία εκεί, τρώμε όλοι μαζί. Όλες οι εκκλησίες έχουν τραπεζαρίες, οι ενορίτισσες κανονίζουν 4-5 κάθε Κυριακή και μαγειρεύουν για όλους. Λοιπόν, οπότε τελειώσει η λειτουργία πίνουν έναν καφέ, κάνουν τα κατηχητικά και τους κύκλους Αγίας Γραφής και μετά τρώνε όλοι μαζί. Και γίνονται διάφορες συζητήσεις, γνωρίζονται μεταξύ τους, τα παιδιά παίζουν μεταξύ τους. Είναι μια κοινωνία ζωντανή. Δηλαδή επειδή είναι πολύ απομακρυσμένοι το ένα σπίτι από το άλλο και δεν έχουν άλλη ευκαιρία να ειδωθούνε, η Κυριακή είναι πράγματι γι’αυτούς ημέρα του Κυρίου. Πραγματικά μπορεί και στις 5-6 το απόγευμα να είναι και τα παιδιά να είναι εκεί και αυτοί να είναι όλοι εκεί και να συζητήσουν και λύσουν τα προβλήματά τους και να κάνουν παρέα μεταξύ τους. Είναι κάτι φοβερό δηλαδή αυτό που γίνεται στην Κορέα. Εγώ έχω μείνει με αυτούς τους Κορεάτες, τους πιστούς.
Εκεί ο πατήρ Σωτήριος δεν βαφτίζει αν δεν έχει πρώτα κάποιος κατηχηθεί σωστά. Και γίνεται η κατήχηση ένα χρόνο. Και εγώ θα σας πω ένα περιστατικό. Τώρα που ήμουνα κάτω τον χειμώνα, ήθελα να βαφτίσω μια κοπέλα που επρόκειτο να παντρευτεί ένα παιδί, Κορεάτη ο οποίος έχει σπουδάσει εδώ και τον ήξεραν.
Εγώ έφυγα 20 Ιανουαρίου από εκεί. Είπα κάπου ότι μπορώ να την βαφτίσω. Και να τους παντρέψω κιόλας μια και θα ήμουνα εκεί. Και δεν με άφησαν να τους βαφτίσω γιατί λέει δεν είχε τελειώσει ακόμα η κατήχηση και θέλουν ένα χρόνο κατήχηση. Λέω καλά πειράζει τώρα, μπορεί να συνεχίσει την κατήχηση. Όχι λέει, όχι λέει, πρέπει να τελειώσει η κατήχηση και βαφτίστηκε βέβαια και παντρεύτηκε το Πάσχα. Θέλω να πω ότι γίνεται μα πάρα πολύ σωστή δουλειά. Πολύ σωστή δουλειά στην Κορέα. Οι πιστοί, οι κορεάτες χριστιανοί μπαίνουν στην εκκλησία, ξέρουν γιατί μπαίνουν στην εκκλησία. Τώρα βέβαια γίνονται πολλές βαφτίσεις. Τώρα βέβαια οι βαφτίσεις δεν είναι όπως παλιά που βαφτιζόντουσαν οι μεγάλοι. Τώρα πλέον είναι ολόκληρες οι οικογένειες βαφτισμένες. Και ο παππούς και η γιαγιά στην εκκλησία και ο γιος και η κόρη. Και τα παιδιά που βαφτίζονται, τα περισσότερα βαφτίζονται μωρά.. Οι περισσότερες εκκλησίες έχουν βαπτηστήριο για τους μεγάλους και κολυμβήθρα για τα μωρά. Οπότε είναι σωστές χριστιανικές οικογένειες. Ξέρουν τι θέλουν.
Βλέπουμε καμιά φορά σε αυτόν τον κόσμο, σε αυτόν τον μακρινό κόσμο, πως να είναι οι άνθρωποι σε αυτή την άκρη της γης. Και εγώ πριν πάω σε ιεραποστολές όπως και στην Ινδία και στην Κορέα, ένιωθα αυτοί οι άνθρωποι τώρα είναι αλλιώτικοι από εμάς, κάτι τέτοιο νόμιζα. Να σας βεβαιώσω λοιπόν ότι οι άνθρωποι είναι παντού γλυκοί, οι άνθρωποι παντού έχουν τα ίδια αισθήματα. Ακόμη και οι Ινδές που ζουν στον δρόμο έχουν και αυτές αισθήματα και είναι και αυτές σαν και εμάς. Αγαπούν πάρα πολύ τα παιδιά τους και είναι πολύ στοργικές μάνες, όλη μέρα με τα παιδιά αγκαλιά, έτσι είναι και οι Κορεάτισσες. Ο Κορεάτης βέβαια είναι λίγο επιφυλακτικός. Πραγματικά σου γίνεται θυσία. Γίνεται θυσία πραγματικά ο Κορεάτης. Και είναι πολλοί Κορεάτες που δεν είναι και βαφτισμένοι και θα σας πω και τώρα μια γειτόνισσα που έχουμε στο μοναστήρι.
Το μοναστήρι της Κορέας. Ένα μικρό μοναστήρι βέβαια. Βορειό-ανατολικά της Κορέας και είναι σε μια πλαγιά ενός βουνού, είναι πάρα πολύ ωραίο μέρος. Κάτω έχει ένα πολύ ωραίο ποτάμι, το οποίο παγώνει τον χειμώνα και τα παιδιά, μπορούν και κάνουν σκι. Και από τον κεντρικό δρόμο, είναι 2 χλμ γύρω από το ποτάμι και φτάνει σε ένα σημείο.
Το καλοκαίρι οι Κορεάτες, δεν έχουν εξοχικά και βίλες όπως έχουμε εμείς εδώ. Δεν έχουν εξοχικά. Πάνε γύρω από τα ποτάμια και στήνουν σκηνές και κάνουν κανένα μπάνιο. Ελάχιστοι αυτοί που έχουν εξοχικά σπίτια. Φτάνουμε λοιπόν σε ένα σημείο μέχρι τα σπίτια που είναι γύρω από το ποτάμι και μετά από αυτό ανεβαίνει ένας δρόμος, ένας μονόδρομος δηλαδή μόνο ένα αυτοκίνητο χωράει. Είναι λίγο ανηφορικός στις στροφές που αν είναι παγωμένος ο δρόμος, δεν μπορούμε να τον περάσουμε. Πρέπει να καθαρίσουμε τον δρόμο για να ανεβούμε και να κατεβούμε το μοναστήρι. Εκεί λοιπόν στην γωνία ακριβώς ανεβαίνοντας για να πας στα 500 μέτρα στο μοναστήρι είναι μια πολύ καλή γειτόνισσα, η οποία μας καλεί για καφέ. Ελπίζω αυτή κάποια στιγμή να βαφτιστεί γιατί είναι έτοιμη με τον άντρα της. Τα παιδιά της είναι στην Σεούλ. Και μας φέρνει καφέ, μας φέρνει κανένα φρούτο όταν μας βλέπει και ανεβαίνουμε, μας φέρνει κιμτζί. Το κιμτζί είναι ένα φαγητό που παίρνουν αυτοί με πολύ πιπέρι κλπ και συνοδεύουν το ρύζι. Είναι το καθημερινό τους φαγητό αυτό. Και είχαμε πάει καμμιά 2-3 φορές, και εγώ δεν ήξερα να μιλήσω και Κορεάτικα. Ξέρω καμμιά δεκαριά λέξεις και τις αναμασάω εκεί πέρα και μιλάω.
Μια φορά είχε μαγειρέψει κάποια κάτι και ήρθε και με ρωτάει είναι ωραίο; Και εγώ πήγα να πω. Το γευστικό στα Κορεάτικα είναι μασέο. Εγώ πήγα να πω ωραιότατο και λέω μασεσεότατο. Το θυμούνται αυτό οι Κορεάτες και γελάνε με το μασεσεότατο.
Θέλω να πω ότι οι άνθρωποι, οι καλοί γείτονες και οι άνθρωποι είναι παντού οι ίδιοι αρκεί να τους πλησιάζεις με αγάπη και να μην τους πλησιάζεις με υπερηφάνεια και εγωισμό. Και πράγματι γύρισα και έκανα το αυγολέμονο και φάγαμε τα αυγά.
Τώρα θα πω και κάτι γιατί προχτές στο πούλμαν, ήταν μια κυρία που έλεγε για θαύματα. Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι πως την λένε την κυρία και θέλω να πω ότι στις ιεραποστολές γίνονται πάρα πολλά θαύματα. Πάρα πολλά θαύματα τα οποία εμείς καμμιά φορά λέμε ότι είναι συμπτώσεις, τύχη, κλπ. Τίποτα δεν είναι σύμπτωση και τίποτα δεν είναι τύχη. Ο Θεός φροντίζει για όλα. Και θα σας πω ένα ωραίο που έγινε φέτος τα Χριστούγεννα.
Πλησίαζαν Χριστούγεννα και στο ταμείο της ιεραποστολής δεν υπήρχε ούτε δραχμή. Και δεν υπήρχαν λεφτά για να πληρωθούν οι ιερείς. Οικογενειάρχες οι άνθρωποι και δεν μπορούσαν να πληρωθούνε. Ο Σεβασμιώτατος ήταν πάρα πολύ στεναχωρημένος μέχρι που κάποια στιγμή είχε και πυρετό από την στεναχώρια. Δεν μου μιλούσε λέω τι συμβαίνει; Μου λέει δεν ξέρω πως να πληρώσω τους ιερείς. Ήταν 3 μέρες πριν τα Χριστούγεννα.
Τέλοσπαντων, λέω εντάξει, έχει ο Θεός, κάτι θα γίνει. Το πρωί στην ακολουθία, που κατεβήκαμε τον είδα, ήταν κατακίτρινος. Μου λέει δεν κοιμήθηκα καθόλου απόψε. Έβγαλα όλη την νύχτα με το Κύριε Ελέησον. Για να δούμε σήμερα, ελπίζω πως κάτι θα γίνει. Και πήγε στο γραφείο του. Το μεσημέρι που τρώγαμε τον είδα λίγο χαρούμενο. Λέω κάτι συμβαίνει γιατί βλέπω λίγο το κέφι σας έχει λίγο φτιάξει. Μου λέει ήρθαν 10.000 ευρώ από έναν ανώνυμο, δεν ξέρω ποιος τα έστειλε. Είναι ακριβώς τα λεφτά που θέλουμε να πληρώσουμε τους ιερείς Δόξα τω Θεώ. Το Κύριε Ελέησον δεν πήγε χαμένο.
Θέλω να πω ότι γίνονται θαύματα εκεί πάρα πολλά τα οποία βέβαια εμείς δεν τους δίνουμε σημασία.
Κα Μοίρα Πατελάρου